παγκάρπεια

παγκάρπεια
παγκάρπεια
offering of all kinds of fruits
fem nom/voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • παγκάρπεια — ή παγκαρπία, ἡ (ΑΜ) [πάγκαρπος] 1. μίγμα διαφόρων καρπών που προσφερόταν ως άπυρη θυσία 2. (γενικά) καρποί κάθε είδους αρχ. 1. στην Αλεξάνδρεια) είδος πίτας 2. φρ. «παγκαρπία μελιττούτα» μίγμα διαφόρων καρπών με μέλι …   Dictionary of Greek

  • παγκαρπείας — παγκαρπείᾱς , παγκάρπεια offering of all kinds of fruits fem acc pl παγκαρπείᾱς , παγκάρπεια offering of all kinds of fruits fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”